Ο ΑΝΤΡΑΣ ΜΕ ΤΟ ΑΣΠΡΟ ΠΟΥΚΑΜΙΣΟ #1#
Πέταξε με θυμό το λευκό πουκάμισο στην δερμάτινη καρέκλα.Ήταν τόσο κουρασμένος,τόσο μόνος,τόσο έτοιμος πάντα για όλα.
Βγήκε κι αυτή η μέρα,σκέφτηκε.Όπως κάθε μέρα.Τα κατάφερα κ σήμερα.
Σήκωσε το βλέμμα κ κοίταξε πίσω απο τις βαριές κουρτίνες του παραθύρου του σαλονιού του σπιτιού που έμενε.
Ένας ήλιος ζεστός ,κυνικά χαμογελαστός,κόκκινος του χαμογελούσε ειρωνικά.
Σηκώθηκε με αργό βήμα.Πονούσαν πια τα κόκαλα του κ ο αυχένας έτριζε.Περπάτησε ως το παράθυρο,τράβηξε τις κουρτίνες κ κοίταξε έξω.Παρατήρησε τον κόσμο που πηγαινοέρχοταν προς άγνωστη κατεύθυνση,μικρά παιδιά σε ποδήλατα,μια παρέα νεαρών κοριτσιών ψιθύριζαν λόγια που δεν έφταναν στα αυτιά του κ λίγο πιο πέρα μια όμορφη μελαχρινή ,καθισμένη σ ενα παγκάκι έγλειφε αργά ένα παγωτό.Κάποτε θα τον ερέθιζε αυτή η εικόνα.Όχι πια.Του ήρθε στο νου η πρώτη φορά που πήγε σε μπουρδέλο. Θυμήθηκε εκείνη την μικρούλα μαυρομάλλα που ακόμη δεν την είχε μαγαρίσει το πληρωμένο σπέρμα.
Άνοιξε το παράθυρο.Ο φρέσκος αέρας μπήκε με βια στα πνευμόνια του κ πόνεσε ,πόνεσε πολύ,τόσο που του φάνηκε πως θα κοπεί η αναπνοή του στα δυο.
Στάθηκε για λίγο μπροστά στο παράθυρο και έκλεισε τα μάτια..
"Θα κατέβεις επιτέλους;"άκουσε μια φωνή"κοιτά φορώ το φουστάνι που μου πήρες,έλα .."τον παρακάλεσε η φωνή.."έλα θα πεθάνω εδω πέρα με το φουστάνι σου αν δεν κατέβεις αμέσως" κ γέλιο γάργαρο,φασαριόζικο,μακρόσυρτο,ερωτικό,ευτυχισμένο περικύκλωσε την ύπαρξη του..
Την κοίταξε..δεν ήταν η ομορφότερη του κόσμου.Ήταν οτι ομορφότερο ένιωσε ο ίδιος στο πέρασμα του από τον κόσμο..
Άνοιξε τα μάτια μα η φωνή κ η μορφή έίχαν εξαφανιστεί..
Έκλεισε το παράθυρο με ορμή κ θλίψη κ όπως φευγαλέα παρατήρησε το έίδωλο του στο θαμπό τζάμι του φάνηκε πως είδε την ψυχή του να τον αποχαιρετά..
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου