Μαμά, θέλω ένα μπισκότο





Όταν ήρθε στον κόσμο είπαν στην μάνα του"Δεν είναι σαν τα άλλα παιδιά....,καταλαβάίνετε....Έχουμε μια περίπτωση που απαιτεί ψυχραμία".

Τα ποδαράκια του έμοιαζαν ατροφικά ,το κεφάλι ήταν πιο μικρό απο το "φυσιολογικό" και τα χέρια ήταν διαφορετικά σε μήκος το ένα από το άλλο.
Ήταν τόσο μικροσκοπικός,που νόμιζες πως αν φυσούσε μες στο δωμάτιο,θα τον έπαιρνε ο αέρας μαζί του ,να πετάξει στον κόσμο του ουρανού ,που τους χωρά όλους..

Η μάνα έκλαψε πολύ με τα λόγια των άλλων ,τα βλέμματα των άλλων,τους ψιθύρους των άλλων πίσω από την πλάτη της,αλλά δεν έβλεπε διαφορά στην εμφάνιση του μωρού της σε σχέση με όσα μωρά είχε δει στην ζωή της.

Μάλιστα ανακάλυπτε καθώς περνούσε ο καιρός πως το μικρό της,ήταν το πιο χαμογελαστό πλάσμα από όλα όσα είχε δει στην ζωή της.

Λες και τα μικρά ποδαράκια ήταν φτερά και το μικρούλι κεφαλάκι ήταν κήπος ολάνθιστος και τα χεράκια χώραγαν κ μικρές και μεγάλες αγκαλιές.

Ήταν ένας γιος.
Ηταν ο γιος της.
Ηταν ένας γιος που κάθε μάνα κανονικά θα  ευχόταν να έχει.
Κι όμως ,όσοι τους έβλεπαν ένιωθαν λύπη κ μια ψεύτικη συμπόνια για τους δυο τους,και έφτυναν τον κόρφο τους ,που δεν έτυχε σ αυτούς αυτό το "λαχείο"
Εκείνη τον μεγάλωνε σαν δώρο,γιατί δώρο ήταν.
Σαν άνοιξη,σαν καλοκαίρι και σαν θησαυρό μαζί.

Μεγαλώνοντας όσο βάραινε η εικόνα ,τόσο άπλωνε η ευχή της.
Το μικρό αγόρι ήταν έξυπνο,καλόκαρδο και δυνατό.
Όλοι έβλεπαν την δυσκολία στις κινήσεις,στην ομιλία σε κάθε τι πρακτικό κ εκείνη έβλεπε την ευκολία σε κάθε τι ξεχωριστό!!
Μια μέρα καθώς έλουζε τα μαλλιά της και κοιτάχτηκε στον καθρεφτη της, διαπίστωσε πως οι λευκές τρίχες είχαν αντικαταστήσει προ πολλού τις ξανθιές ανταύγειες της.
Τα μάτια της είχα σκληρύνει κι έντονες ρυτίδες είχαν εμφανιστέί στο μέτωπο της.
"Γέρασα" ...
Και τότε τον άκουσε που κάτι μουρμούριζε προσπαθώντας να της πει παραπονιάρικα κάτι..
Προσπαθούσε να ανοίξει ένα μεταλλικό κουτί με μπισκότα.
Όπως και να τοποθετούσε τα δάκτυλα του στο μεταλλικό σκεύος ,αυτά του έφερναν αντίσταση..
Έφερνε το κουτί στο πλαι,γυρόφερνε την συσκευασία,τίποτε.

Προσπαθούσε αρκετά λεπτά, την ώρα που της έίπε απαλά κ μακροσυρτα όπως μιλούσε δηλαδή
"μαμά δεν μπορώ να ανοίξω το κουτί.Θέλω να φαω ένα μπισκότο"
Και ξέσπασε σε κλάματα.
Τότε εκείνη τον πλησίασε κ του είπε:
"Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που μπορούν με απίστευτη ευκολία, σε ένα κλάσμα του δευτερολέπτου να ανοίξουν αυτό το μικρό κουτί.

Εσύ θες μερικά  λεπτά περισσότερα.

Κάποιος μπορέί να θέλει και μια ώρα.

Το περιεχόμενο είναι το ίδιο.

Την διαφορά την κάνει το χέρι που το ανοίγει.

Που επιμένει ,που προσπαθεί κ που στο τέλος βρίσκει τον μυστικό τρόπο.

Κάθε φορά θα είναι όλο κ πιο ξεκάθαρος ο τρόπος.
Άντε σε περιμένω να το ανοίξεις κι έπειτα λέω να πάμε βόλτα με το αυτοκίνητο στην λίμνη.Τι λες;"

Το παιδάκι την κοίταξε για λίγα λεπτά έκθαμβο και μπερδεμένο στα λόγια της,που προσπαθούσε να βάλει σε τάξη στο μυαλουδάκι του κι έπειτα, βάλθηκε από την αρχή να προσπαθεί με πείσμα να ανοίξει το κουτί και η μάνα παρατήρησε , με την άκρη του ματιού της, κοιτάζοντας το είδωλο της στο τζάμι του ανοιχτού παράθυρου της κουζίνας, μια ρυτίδα που δεν είχε ξαναδεί...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις