Καράβια αλήτες
Η ζωή είναι ένα μεγάλο χτυπημένο από την αλάρμη και τα κύματα καράβι που πάει ταξίδι στο άγνωστο .
Κάνει στάσεις σε λιμάνια και κάθε φορά ανεβάζει,κατεβάζει επιβάτες,άλλες φορές πάλι κάνει μέρες να δει στεριά,πέφτει σε φουρτούνες,βρίσκει πάνω σε ύφαλους,τυφώνες,θαλασσοταραχές και νηνεμία...
Τα μέσα του,το σκαρί του,που λέμε, είσαστε εμείς,εγώ ,εσύ κι όσοι ταξίδεψαν μαζί σου.
Κάποιοι ήρθαν στην αρχή του ταξιδιού,άλλοι στην μέση και κάποιοι άλλοι πολύ αργότερα.
Άλλοι έφυγαν πολύ νωρίς κΙ
άλλοι έμειναν μέχρι το τέλος.
Άλλοτε ήσουν εσύ ο καπετάνιος , άλλοτε ο λοστρόμος,άλλες φορές έδωσες το τιμόνι σε άσχετους ή σε κάποιους που εμπιστευόσουν με κλειστά μάτια και μερικές φορές φούνταρες ακυβέρνητο...
Το πλοίο, είχε αμπάρια σκοτεινά,ολόφωτα καταστρώματα,κρυμμένα ντεκ,σκουριασμένες μπουκαπόρτες,είχε υγρασία και κάμα που σου άφησε σημάδια που χάραξαν το κορμί, είχε πυρετό και κολύμπι σε γαλαζοπράσινα καθάρια νερά.. Κάποιες νύχτες έμενε αρόδο στα κρυμμένα λιμάνια της καρδιάς σου κΑΙ κάποιες μέρες χάραζες τη ρότα σε πλήρη εναρμόνιση με τον μπούσουλα. Μέρες ηλιόλουστες μάζευες κοχύλια κΑΙ στόλιζες τα μαλλιά της κΙ άλλες νύχτες όριζες όρτσα κ τα πιο σκοτεινά σημεία του κορμιού της. Αλλά ακόμη κι όταν έφτανες εκεί που ήθελες, ξαπόσταινες για λίγο κι έπειτα άλλαζες γραμμή πλεύσης.. Γιατί τα παπόρια, είναι ασυγκράτητα ,νομίζουν πως είναι ανίκητα κι έτσι, πιστεύουν πως θα καταφέρουν και θα νικήσουν κάθε θαλασσινό και καιρικό φαινόμενο.Θα αντέξουν την σκουριά,θα κουμαντάρουν στην τρικυμία,στης εισβολή πειρατών,δεν θα προσαράξουν σε βράχους. Γιατί αγαπούν τα λιμάνια και την στεριά, μα πιο πολύ αγαπούν την θάλασσα.
Αγαπούν την οσμή της ασφάλτου ,αλλά προτιμούν την πίσσα που ενώνεται με το αλμυροφαγωμένο σκαρί τους.
Ξέρουν όμως ,πως δεν μπορούν να "νικήσουν¨ τους απέραντους,ανεξερεύνητους ωκεανούς κι έτσι αρέσκονται να την ξεγελούν και καμιά φορά να γλεντούν μαζί της ,σαν γυναίκα που σου δίνεται με πάθος,αλλά ποτέ δεν θα γίνει δική σου.
Το κουμάντο,εσαεί αυτού του μάταιου κόσμου ,το κουμάντο το κάνει η θάλασσα,λοιπόν,ούτε τα λιμάνια που έπιασες,ούτε τα νερά που βούτηξες ελεύθερος και δυνατός,ούτε τις ακτές που άφησες το αποτύπωμά σου,ούτε τους ορίζοντες που κοίταξες έκθαμβος,ούτε τα κύματα που δάμασες,ούτε ακόμη κι όταν πίστεψες πως βρήκες για πάντα αγκυροβόλιο που έψαχνες όλη σου τη ζωή...... Κι έτσι , είσαι ένα κορμί πανέμορφο,γεμάτο μυρωδιές και αναθυμιάσεις ,γεμάτο ηδονές ,φόβους, πάθη,γεμάτο φιλιά που δεν χορταίνεις ποτέ κι άλλα που αρνήθηκες,γεμάτο ψιθύρους και λόγια ,αέρηδες και ανεμολόγια,που ψάχνεις,περιμένεις και αποζητάς τόσους απόλπους που σου υπόσχονται σαν αλλοτινές σειρήνες του Οδυσσέα, μαγεμένες ξέρες και παραδεισένιες ακτές.. Κι αφού ακούσεις το βιράρισμα βάζεις πλώρη και πας και καλά να κάνεις.....
Καλά κάνεις που πας!
Το καράβι είμαστε εμείς ! Τα λιμάνια είναι τα κομμάτια της ψυχής μας που αφήνουμε σε κάθε ανθρώπινα χέρια που σμίξαμε,ανταμώσαμε,αγαπήσαμε , μας πόνεσαν,πονέσαμε,προσκυνήσαμε,κάναμε ξέρες και πατρίδες,κορμιά που μας πήραν και που μας έδωσαν
.Είναι οι πρόγονοι μας,οι μοίρες μας,οι απόγονοι μας,οι φίλοι και οι εραστές μας.
Και μένουμε στην στεριά πολύ πολύ καιρό,βλέποντας τον βορρά και τον νότο στα συμπλέγματα που στεφανώνει, ο ουρανός της νύχτας πάνω απ το κεφάλι μας..... Κι ο καιρός περνά,όμορφα,δύσκολα,σκληρά,άδικα,γρήγορα,τρυφερά..
Περνά.
Για μερικούς από εμάς, είναι αδύνατον να μείνουν μακρυά απ το διακι και την θαλασσιά χάντρα που απλώνεται λάγνα εμπρός τους και με την πρώτη ευκαιρία μπαίνουν στο πρώτο πλεούμενο που θα βρεθεί μπροστά τους.
Αν το μετανιώνουν ή όχι μόνο αυτοί το ξέρουν κΑΙ δεν θα μας το πουν ποτέ.
Κάποιοι μένουν χρόνια στην ακροθαλασσιά,γεμάτοι φόβο ,αναζητώντας μιαν ακτή και μια θάλασσα συγχρόνως αλλά είναι τρομαγμένοι να την ψάξουν κι έτσι αρκούνται να κοιτάζουν με τις ώρες το βαθύ κυανό της χρώμα. Είναι και κάποιοι άλλοι,λίγοι κι ίσως πιο τυχεροί γιατί πίστεψαν,πίστεψαν, πως η στεριά τους χωρά,όπως τους χωρά κι η θάλασσα,αλλά δεν τους ανήκει ούτε η μια,ούτε η άλλη.
Δεν τους νοιάζει να ανήκουν πουθενά κΑΙ θέλουν μόνο να ταξιδεύουν.
Με την ψυχή,με τα κορμιά ,με την καρδιά,με τα χέρια και τα πόδια τους,με τα φιλιά των αποχαιρετισμών και τις αγκαλιές του ανταμώματος... Δεν ψάχνουν τον εξάντας τους,γιατί τον βρήκαν ένα μεσημέρι καλοκαιρινό αγναντεύοντας το πέλαγο ,καταπλέοντας στο μικρό κι άσημο
Η θάλασσα κάνει κουμάντο,είμαι πεπεισμένη για αυτό πια,αλλά υπάρχουν κι αυτοί που ενώ λατρεύουν την θάλασσα πιότερο κι απ την ζωή τους,της χαρίζουν τα "κουμάντα" και ζουν το μικρό ταξίδι της ζήσης τους,λάσκα ,μάινα,χωρίς ξεπεσούρες και νέτα.....
|
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου